Ελληνικά

Δικαιοσύνη και δικαίωση | Εφημερίδα η Εποχή



Πώς να παρακάμψει κανείς την οργή των χαροκαμένων συγγενών από τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι για την απόφαση του δικαστηρίου; Νιώθουν προδομένοι, εξαπατημένοι, αδικαίωτοι –μαζί με τους βαθιά τραυματισμένους, σωματικά και ψυχικά, σ’ εκείνη την πύρινη καταστροφή.


 


Λογική αντίδραση


 


Η αντίδρασή τους δεν είναι συναισθηματική, όπως επιπόλαια θα μπορούσε να πει κάποιος, και γι’ αυτό τόσο φορτισμένη. Είναι ίσως η μόνη έλλογη, η μόνη δικαιολογημένη. Έξι χρόνια τώρα, αρμόδιοι και μη, θεσμικά υποχρεωμένοι για πειστικές εξηγήσεις και αυτόκλητοι ερμηνευτές των Γραφών, καλλιεργούν την πεποίθηση ότι δικαίωση θα βρουν με μια δίκαιη δικαστική απόφαση.


Σε κάθε ευκαιρία μας νουθετούν: «Ας έχουμε υπομονή και εμπιστοσύνη στην ελληνική δικαιοσύνη. Ας εμπιστευτούμε την κρίση της». Λόγια που έχουν και έχουμε ακούσει με αφορμή και άλλες, πρόσφατες φονικές καταστροφές, όπως εκείνη των Τεμπών, παρά τις τεράστιες διαφορές μεταξύ τους.


Μπορούμε δικαιολογημένα να υποθέσουμε ότι η δημόσια εκφρασμένη έκπληξη και δυσφορία εκπροσώπων της πολιτείας και της πολιτικής για την απόφαση του δικαστηρίου, δεν θα πρέπει να μείωσε την οργή τους. Μάλλον θα πρόσθεσε στα αρνητικά συναισθήματά τους την απογοήτευση και τον θυμό για όσους μέχρι χθες τους καλούσαν να έχουν εμπιστοσύνη στην κρίση της δικαστικής εξουσίας και να περιμένουν τη δικαίωση από την απόφαση ενός δικαστηρίου. Ενώ σήμερα δηλώνουν με περισσή ευκολία την αντίθεσή τους με αυτή, επιρρίπτουν τις ευθύνες για την απόφαση στους προηγούμενους, που είχαν ψηφίσει, λένε, άδικους νόμους –λες και δεν ήξεραν από εκείνη την αποφράδα ημέρα του 2018 με βάση ποιους νόμους θα έκριναν οι δικαστές.


 


Έμπρακτη δικαίωση και υποκρισία


 


Όποιος βρίσκεται έξω από τον χορό, δεν μπορεί να πει αν, υπό το καταθλιπτικό βάρος της απώλειας και την πικρία του αισθήματος του αδικαίωτου, μπορεί κάποιος να δει ότι δικαίωση δεν μπορεί να είναι μια απόφαση δικαστηρίου. Παρά μόνο κατά ένα πολύ μικρό μέρος, στο ηθικό επίπεδο. Όσο βαριά κι αν είναι η καταδίκη των κατηγορουμένων.


Μια αρχή δικαίωσης για τόσο μεγάλη ανθρωποθυσία, αλλά και για μικρότερες, θα ήταν η παραδοχή από την πλευρά της πολιτείας της έλλειψης σχεδιασμού και μέσων, που η ύπαρξή τους θα μπορούσε στο εξής να ελαχιστοποιήσει μέχρι εκμηδένισης την πιθανότητα επανάληψης παρόμοιων τραγωδιών. Από την άποψη αυτή, μόνο αρχή δικαίωσης δεν είδαμε. Την τελείωση μιας απύθμενης υποκρισίας παρακολουθούμε.


Στη συγκεκριμένη περιοχή, αλλά και σε πολλά άλλα Μάτια που υπάρχουν, ιδίως στην Αττική, επί έξι χρόνια τώρα δεν έχει γίνει το παραμικρό για την ανατροπή μιας κατάστασης, που, σε συνδυασμό με την απουσία σαφέστατου και βιωματικά ενταγμένου σε κάθε κοινότητα κατανοητού σχεδίου αντιμετώπισης παρόμοιων απειλών, μπορεί στο μέλλον να μας οδηγήσει σε επανάληψη της καταστροφής. Καμιά επέμβαση στο πεδίο του πολεοδομικού ανασχεδιασμού αντί της άναρχης δόμησης, στο πεδίο της προστασίας του περιβάλλοντος από αυθαίρετες επεμβάσεις που αποβαίνουν σε βάρος των ανθρώπων τελικά, κλείνοντας την πρόσβαση στη θάλασσα ή σε ελεύθερες και σωστά σχεδιασμένες οδούς διαφυγής.


Αντίθετα, γινόμαστε μάρτυρες επί έξι χρόνια απαξίωσης των κοινών αγαθών, των δημόσιων χώρων, καταπάτησης και αποκλεισμού του αιγιαλού, υποβάθμισης και άλωσης των προστατευόμενων περιοχών, παράδοσης άνευ όρων τεράστιων δασικών εκτάσεων στη φωτιά, διαρκούς ανανέωσης της διαδικασίας «νομιμοποίησης» των αυθαιρέτων…


 


Έξι συν ένα χρόνια


 


Αν έχει νόημα μια φορά να οργιζόμαστε που άργησε έξι ολόκληρα χρόνια η πρωτόδικη δικαστική απόφαση για το Μάτι, έχουμε χίλιους λόγους να αγανακτούμε που επί τόσα χρόνια δεν έχουν γίνει δύο έστω βήματα, που θα μας έπειθαν ότι ως πολιτεία, ως πολιτικό σύστημα, ως πολίτες μάς έχει στοιχίσει ο χαμός τόσων ψυχών και μας κρατάει στοιχειωμένους το γεγονός ότι μια τόσο μεγάλη απώλεια δεν έχει κινητοποιήσει θεούς και δαίμονες, για να αλλάξει η ρουτίνα του as usual.


Το χειρότερο είναι πως, ανεξάρτητα από την έκβαση του δικαστικού μέρους του εγκλήματος των Τεμπών, ο τρόπος αντίδρασης της πολιτείας, και σ’ αυτή την περίπτωση, προσομοιάζει με όσα ζήσαμε μετά το Μάτι. Η κατάσταση στο σιδηροδρομικό δίκτυο και τις μετακινήσεις και μεταφορές μέσω αυτού δεν έχει αλλάξει στο ελάχιστο ένα χρόνο μετά. Μόνο προς το χειρότερο ίσως. Το μεγαλύτερο μέρος του δικτύου αφήνεται στο έλεος και στη φθορά του χρόνου και της αχρησίας. Δίπλα ακριβώς σ’ αυτό που καταργείται και καταστρέφεται, όπως στην περίπτωση της Εγνατίας, εγκαινιάζονται και πλειστηριάζονται σύγχρονοι αυτοκινητόδρομοι δισεκατομμυρίων ευρώ. Ένα μέρος μόνο της δαπάνης που χρειάστηκε για χάρη τους, θα αρκούσε για ένα πολλαπλάσιο σε χιλιόμετρα, φιλικό στο περιβάλλον, ασφαλές και προσιτό στο λαϊκό βαλάντιο σιδηροδρομικό δίκτυο. Κι όμως ο σιδηρόδρομος στον τόπο μας, παρά τα θύματα που θρηνούμε ακόμα, εξακολουθεί να απέχει παρασάγγες από το επίπεδο που η τεχνολογία και η οικονομία μπορούν να εξασφαλίσουν.


Αντί για ένα αναγκαίο και πειστικό σχέδιο αποκατάστασης της ασφάλειας, ανάπτυξης και εκσυγχρονισμού του, που θα μπορούσε να είναι η έμπρακτη δικαίωση των θυμάτων, στους συγγενείς και τους τραυματίες προσφέρεται ως αντίβαρο στον πόνο και την οργή η αναζήτηση μιας δίκαιης δικαστικής απόφασης μέσα από έναν ανατριχιαστικό λαβύρινθο συγκάλυψης. Πάλι με πύρινους λόγους περί υπομονής και εμπιστοσύνης στη δικαιοσύνη και πανέτοιμη την έκπληξη και την απαρέσκεια για μια ενδεχόμενη μη ικανοποιητική δικαστική απόφαση. Για έμπρακτη δικαίωση ούτε λόγος.


 


Apsny News

İlgili Makaleler

Bir yanıt yazın

Başa dön tuşu