Ελληνικά

Οι ευρωεκλογές και η συζήτηση που χρειαζόμαστε



Καθώς βαδίζουμε προς τις ευρωεκλογές, και παρόλο το γεγονός ότι στα σύνορα της Ευρώπης διεξάγονται δύο πόλεμοι, η εγχώρια συζήτηση δεν φαίνεται –για άλλη μια φορά– να προσανατολίζεται στο παρόν και στο μέλλον της Ευρώπης. Όμως, σε μια εποχή όπου οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε καθίστανται όλο και περισσότερο διεθνείς, οι ευρωεκλογές δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται σαν εκλογές δεύτερης τάξεως. Άλλωστε, η αλληλεξάρτηση των ευρωπαϊκών χωρών στο πλαίσιο της ΕΕ καθιστά δύσκολη την «αλλαγή σε μία μόνο χώρα». Γι’ αυτό και αποφασίσαμε να επικεντρωθούμε στα επόμενά μας ένθετα στις εξελίξεις στην ήπειρό μας. Στο πρώτο από αυτά δημοσιεύουμε ένα κείμενο για τη θέση της Ευρώπης στον κόσμο, για τη μεταναστευτική πολιτική της, για την Κοινή Αγροτική Πολιτική και για το επίπεδο της έμφυλης ισότητας στην ΕΕ.


 


Η Συντακτική Ομάδα των Παρεμβάσεων


 


 


Ο ρόλος της Ευρώπης σε έναν κόσμο που αλλάζει


 


Οι επερχόμενες ευρωεκλογές του Ιουνίου μέσα σε ένα περιβάλλον παγκόσμιας γεωπολιτικής και οικονομικής ρευστότητας θέτουν εκ νέου τις προκλήσεις για το μέλλον της Ευρώπης, καθώς και τα κρίσιμα διακυβεύματα για το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Ένα εξ αυτών, το ποιος θα είναι ο ρόλος και η θέση της Ευρώπης στον κόσμο, αποτελεί ένα διαρκές ερώτημα. Και η απάντησή του καθίσταται ακόμα πιο δύσκολη, όταν μιλάμε για έναν μεταβαλλόμενο, πολυπολικό κόσμο αναδιατάξεων και κλιμακούμενων ανταγωνισμών, τόσο μεταξύ υπερδυνάμεων όσο και μεταξύ μεσαίων αναδυόμενων δυνάμεων.


Στο εαρινό ευρωβαρόμετρο του ευρωκοινοβουλίου, το 40% των ερωτηθέντων εκτιμά ότι τα τελευταία χρόνια ο ρόλος της ΕΕ στον κόσμο έχει γίνει πιο σημαντικός, το 35% ότι έχει παραμείνει σταθερός και το 22% ότι έχει γίνει λιγότερο σημαντικός. Είναι όμως, όντως, ενισχυμένος ο ρόλος της Ευρώπης; Οι περιπτώσεις των γεωπολιτικών κρίσεων της Ουκρανίας και της Γάζας οδηγούν σε αρνητική απάντηση. Πρόκειται για δύο αναφλέξεις ακριβώς δίπλα από το κατώφλι της ΕΕ, με τις επιπτώσεις τους να την αφορούν άμεσα (βλ. ενεργειακό κόστος). Ωστόσο, η Ευρώπη εμφανίζεται παντελώς ανεπαρκής στο να μπορέσει να αποτελέσει έναν παράγοντα διαμόρφωσης (και θετικής έκβασης) εξελίξεων. Εμφανίζεται σε γεωστρατηγικό και γεωοικονομικό επίπεδο πλήρως εξαρτημένη από τις Ηνωμένες Πολιτείες και, μοιραία, και από τις επιδιώξεις της Ουάσιγκτον.


Οι κοινωνίες της Ευρώπης, έπειτα από τις διαδοχικές κρίσεις που έχουν βιώσει και βιώνουν, αισθάνονται ανασφαλείς. Σύμφωνα με το ευρωβαρόμετρο, η σημασία που αποδίδουν οι πολίτες σε άμυνα και ασφάλεια συνεχίζει να αυξάνεται. Το 81% των Ευρωπαίων εκτιμά ότι η προσέλευση στις κάλπες των ευρωεκλογών είναι ακόμη σημαντικότερη εξαιτίας της υφιστάμενης γεωπολιτικής κατάστασης. Ταυτόχρονα, σε ερώτηση για τους τομείς στους οποίους θα πρέπει να επικεντρωθεί η ΕΕ ώστε να ενισχύσει τη θέση της στον κόσμο, το 37% απαντά «άμυνα και ασφάλεια», ενώ από 30% συγκεντρώνουν «ενεργειακά θέματα, ενεργειακή ανεξαρτησία, πόροι και υποδομές» και «επισιτιστική ασφάλεια και γεωργία». Η «κλιματική δράση και η μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα» καταλαμβάνει την πέμπτη θέση (24%), ενώ οι «αξίες της ΕΕ, δημοκρατία και ανθρώπινα δικαιώματα» βρίσκονται μόλις στην έκτη θέση (23%).


Η περίφημη στρατηγική αυτονομία αποτελεί ύψιστο διακύβευμα για την ΕΕ. Όμως, το κρίσιμο σημείο είναι με ποιους όρους θα διαμορφωθεί αυτή: με μιλιταριστικούς όρους και κούρσες εξοπλισμών ή με ενίσχυση του προφίλ της Ευρώπης ως παράγοντα διπλωματικής ισχύος και ειρήνευσης; Ταυτόχρονα, είναι σημαντική η οριοθέτηση και επανανοηματοδότηση της έννοιας της ασφάλειας. Όχι αποκλειστικά με στρατιωτικούς και αμυντικούς όρους, προς όφελος της αγοράς εξοπλισμών και της ενίσχυσης εθνικιστικών αντανακλαστικών της κοινωνίας, αλλά και με πολιτικοκοινωνικούς όρους· για μία Ευρώπη των λαών, που θα επιζητά ως Ένωση -και όχι ως άθροισμα επιμέρους εθνικών συμφερόντων- τη σταθερότητα και την ευημερία τόσο των κρατών-μελών της όσο και του ευρύτερου περιβάλλοντός της, όπως επιτάσσουν οι ιδρυτικές αξίες της.


Η Ευρώπη, οι ηγέτες της οποίας δεν θα πρέπει να ξεχνούν ότι δημιουργήθηκε την επαύριο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μέσα από τις στάχτες των πολεμικών συγκρούσεων στο έδαφός της, θα έχει ενισχύσει τη θέση της στον πλανήτη όταν δεν θα καλείται να «επιλέξει πλευρά», αλλά να αποτελέσει η ίδια μία επιλογή, υπευθυνότητας, ανθρωπισμού και προώθησης της διεθνούς συνεργασίας σε μία συγκυρία ιστορικών και τεκτονικών αλλαγών σε παγκόσμιο επίπεδο.


 


Βαγγέλης Βιτζηλαίος, συντονιστής Κύκλου Διεθνών και Ευρωπαϊκών Αναλύσεων Ινστιτούτου ΕΝΑ, υποψήφιος διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πειραιώς


 



 


Ένας άλλος δρόμος για τη μεταναστευτική πολιτική


 


Από τις μαζικές εισροές προσφύγων και μεταναστών του 2015 μέχρι και σήμερα, το μεταναστευτικό ζήτημα παραμένει μία ιδιαίτερα δύσκολα διαχειρίσιμη πρόκληση για την Ευρώπη. Ο διαρκώς αυξανόμενος συντηρητισμός που κατακλύζει τη Γηραιά Ήπειρο και επιτάσσει μεγαλύτερη προσοχή στον έλεγχο και την επιλογή των εισερχόμενων ατόμων, καθώς επίσης και η ασφαλειοποίηση του γενικότερου ζητήματος, έχουν οδηγήσει στην ενδυνάμωση της Frontex, την αύξηση των επαναπροωθήσεων και την στοίβαξη όσων καταφέρουν να φτάσουν στις ευρωπαϊκές ακτές μέσα σε κέντρα υποδοχής και κράτησης επ’ αόριστον.


Το 2024, σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, αναμένεται οι βίαια εκτοπισμένοι και οι απάτριδες (stateless persons) στην ΕΕ να ανέλθουν στα 24,9 εκατομμύρια, εκ των οποίων υπολογίζεται ότι τα 6 εκατομμύρια περίπου θα είναι Ουκρανοί πρόσφυγες. Ο συνολικός πληθυσμός της ΕΕ ανέρχεται στα 450 εκατομμύρια περίπου. Βάσει αυτού του δεδομένου, μέχρι το τέλος του 2024, ο προσφυγικός πληθυσμός (συμπεριλαμβανομένων των αναγνωρισμένων προσφύγων, των αιτούντων άσυλο, των εσωτερικά εκτοπισμένων -IDPs- και των απάτριδων) εντός της ΕΕ θα αποτελεί το 5% περίπου του συνολικού πληθυσμού της.


Το μεταναστευτικό ζήτημα είναι ένα ζήτημα που αφορά όλη την ΕΕ, δεν είναι αποκλειστικά εθνικό ζήτημα ούτε αποκλειστικά ζήτημα ασφαλείας. Σε μια ήπειρο που γερνά, η εισροή νέων και παραγωγικών ανθρώπων που δεν συνεπάγονται μάλιστα υψηλό κόστος εργασίας, μπορεί να αποτελέσει μια «ανάσα» για τα ευρωπαϊκά ασφαλιστικά ταμεία. Ωστόσο, σε μια πιο ιδιωτικοποιημένη και νεοφιλελεύθερη Ευρώπη, όπου η ευθύνη του κράτους συνεχώς περιορίζεται, ενώ η ευθύνη του ατόμου συνεχώς διαστέλλεται, με ταυτόχρονη υπονόμευση της δημοκρατίας και των ατομικών δικαιωμάτων, είναι αναπόφευκτο οι πρόσφυγες και οι μετανάστες να αντιμετωπίζονται ως απειλή.


Η ασφαλειοποίηση του μεταναστευτικού ζητήματος, με τη μετατόπισή του από τη σφαίρα της ηθικής στη σφαίρα της ασφαλείας, είναι βασικό σκέλος της ατζέντας της ευρωπαϊκής (κεντρο-)Δεξιάς και βρίσκει όλο και περισσότερα ευήκοα ώτα στις σημερινές κοινωνίες της Ευρώπης. Άλλωστε, η αντιμετώπιση των μεταναστών και των προσφύγων ως απειλή κοστίζει πολύ λιγότερο, ενώ κοινωνικά είναι σαφώς πιο εύκολη, σε σχέση με την ουσιαστική ένταξή τους στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Βέβαια, δεν αποφέρει ιδιαίτερο κέρδος στα κράτη, καθώς δυσχεραίνοντας τις συνθήκες και τους όρους άφιξης και διαβίωσης στα ευρωπαϊκά εδάφη δεν σημειώνεται ουσιαστική συμβολή στα εγχώρια ΑΕΠ και τα δημοσιονομικά ταμεία των κρατών.


Ωστόσο, επειδή κανείς και τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει την κινητικότητα των ανθρώπων, ιδίως εκείνων που φεύγουν για να σωθούν, το αποτέλεσμα είναι η ενίσχυση του παρακράτους, της μαύρης εργασίας, των διακινητών, και εν γένει όλων εκείνων που θέλουν να βγάλουν το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος με το χαμηλότερο δυνατό κόστος, έννομα ή έκνομα. Συνεπώς, οι άνθρωποι αυτοί φτάνουν στις ευρωπαϊκές ακτές και κάνουν το παν για να παραμείνουν και να επιβιώσουν. Χωρίς ασφάλιση, ανύπαρκτοι για τα κράτη, κοινωνικά περιθωριοποιημένοι και ταυτόχρονα χωρίς προοπτική για κάτι καλύτερο.


Παρά τα δυστυχήματα στα χωρικά ύδατα των νοτιοευρωπαϊκών κρατών, τις απορριπτικές απαντήσεις σε πολλούς αιτούντες άσυλο, καθώς επίσης και την πολύμηνη αναμονή, όλοι αυτοί οι άνθρωποι συνεχίζουν να ρισκάρουν ό,τι έχουν για να έρθουν στην «ασφαλή» Ευρώπη και είναι διατεθειμένοι να κάνουν τα πάντα για ένα καλύτερο αύριο. Συνεπώς, η λύση της Δύσης στο προσφυγικό και μεταναστευτικό ζήτημα θα μπορούσε να περιλαμβάνει την κοινωνική ένταξη, την εργασιακή απορρόφηση και την κρατική αρωγή των προσφύγων και όχι τη συμμετοχή σε περιφερειακούς πολέμους (που προκαλούν τις προσφυγικές ροές) και τη λήψη αντιμεταναστευτικών μέτρων, όπως το κλείσιμο των συνόρων, η κατασκευή τειχών, οι χρονοβόρες διαδικασίες ταυτοποίησης και αναγνώρισης και οι κοστοβόρες διαδικασίες για νόμιμη παραμονή.


 


Ηλέκτρα Νησίδου,

πολιτική επιστήμoνας και αναλύτρια, επιστημονική συνεργάτιδα Ινστιτούτου ΕΝΑ


 



 


 


Αναθεώρηση της ΚΑΠ χωρίς ακύρωση

της πράσινης μετάβασης


 


Οι κινητοποιήσεις των αγροτών στην Ευρώπη και στην Ελλάδα αποκάλυψαν μια σειρά προβλημάτων της νέας ΚΑΠ και της Πράσινης Συμφωνίας που κανείς πλέον δεν μπορεί να αγνοεί. Προβλήματα που συνδέονται με την ελλιπή εκτίμηση των συνεπειών της εφαρμογής των πολιτικών αυτών στην παραγωγικότητα και το γεωργικό εισόδημα, σε μία περίοδο παράλληλης εκτίναξης του κόστους παραγωγής και απομείωσης των πραγματικών πόρων της ΚΑΠ κατά 85 δισ., σε σύνολο 386 δισ., λόγω της ενεργειακής κρίσης, του πληθωρισμού και των αυξανόμενων ανταγωνιστικών εισαγωγών. Δεν είναι τυχαίο ότι, μετά τις πρόσφατες μαζικές κινητοποιήσεις των ευρωπαίων αγροτών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ευρωκοινοβούλιο, το Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας και η πρόσφατη Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ «αναγκάστηκαν» να κάνουν προτάσεις αναθεώρησης της ΚΑΠ και να λάβουν μέτρα «ανακούφισης» των αγροτών, που θα οριστικοποιήσουν τον Απρίλιο.


Η αναθεώρηση της ΚΑΠ κρίνεται αναγκαία, αλλά για να είναι επιτυχής και αποτελεσματική προϋποθέτει αύξηση του προϋπολογισμού της, αναδιάταξη των προτεραιοτήτων της, ευελιξία και μείωση της γραφειοκρατίας, επιπλέον εργαλεία πολιτικής για την αποτελεσματική εφαρμογή της και τη δίκαιη κατανομή των πόρων, έτσι ώστε να διασφαλιστεί η γεωργική παραγωγή, η βιωσιμότητα του γεωργικού εισοδήματος και η ανθεκτικότητα των αγροτικών περιοχών, χωρίς να ακυρωθεί η πράσινη μετάβαση.


Στην παρούσα συγκυρία:


● Η περιβαλλοντική πολιτική πρέπει να αποκτήσει «ενθαρρυντικό» και όχι «τιμωρητικό» χαρακτήρα, και να αναπτύξει επιπλέον μέτρα και εργαλεία πολιτικής για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής.


● Μεγάλο μέρος των προτάσεων «χαλάρωσης» των περιβαλλοντικών μέτρων και διοικητικής απλούστευσης κρίνονται, σε αυτή τη συγκυρία, αναγκαία.


● Τα οικολογικά σχήματα πρέπει να μειωθούν και απλοποιηθούν, ώστε να μην αποτελούν απειλή απώλειας ενισχύσεων για τους παραγωγούς.


● Η θέση του παραγωγού στην αλυσίδα εφοδιασμού πρέπει να ενισχυθεί με την αυστηροποίηση της Οδηγίας 2019/633 για τις «αθέμιτες εμπορικές πρακτικές», με κλαδική συμφωνία για την ελάχιστη τιμή παραγωγού.


● Αναγκαία κρίνονται και άμεσα μέτρα προστασίας από τις συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού στις εισαγωγές αγροτικών προϊόντων από χώρες εκτός ΕΕ.


Το Στρατηγικό Σχέδιο της ΚΑΠ της χώρας μας πρέπει -και αυτό- να αναθεωρηθεί με κατεύθυνση:


● Τη δίκαιη κατανομή των πόρων και την αντιμετώπιση των αρνητικών συνεπειών για τις μικρές εκμεταλλεύσεις από τη σύγκλιση των δικαιωμάτων και τον αποκλεισμό τους από την αναδιανεμητική ενίσχυση.


● Την ενίσχυση της συλλογικής οργάνωσης των παραγωγών και τη δημογραφική ανανέωση του αγροτικού πληθυσμού.


● Την αύξηση της ποσοστιαίας στήριξης στους νέους γεωργούς πάνω από το 2% των άμεσων ενισχύσεων.


● Την αναθεώρηση και απλοποίηση των οικολογικών σχημάτων.


● Τον ανασχεδιασμό των μέτρων του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης για καλύτερη αξιοποίηση των πόρων προς όφελος του αγρότη.


● Την κατάρτιση ενός ειδικού προγράμματος, που θα συμβάλει στο σχέδιο οικονομικής, περιβαλλοντικής και κοινωνικής ανασυγκρότησης της Θεσσαλίας και του Έβρου.


Η Νέα Αριστερά θέτει ως στρατηγική προτεραιότητα του Σχεδίου για την ΚΑΠ την επισιτιστική αυτονομία της χώρας και τοποθετεί ψηλά στην ατζέντα της πολιτικής της την παραγωγή προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας -ποιότητας, ασφάλειας και ταυτότητας- με δίκαιες τιμές για τον παραγωγό και τον καταναλωτή, με σεβασμό στη φύση και το περιβάλλον.


 


Χαράλαμπος Κασίμης,

ομότιμος καθηγητής Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών


 



 


Ένα ακόμη πεδίο για το γυναικείο κίνημα


 


Είναι σημαντικές οι ευρωπαϊκές εκλογές για ολόκληρη την Ευρώπη και όλες τις γυναίκες. Σε περίοδο πολλαπλών κρίσεων, με πολέμους, κλιματική κρίση και την Ακροδεξιά να καιροφυλακτεί. Με τραγικές επιπτώσεις για τα θύματα και με τα σώματα των γυναικών να γίνονται όπως πάντα «πεδία των μαχών».


Τα τελευταία χρόνια η Ευρώπη απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τις αρχές της δημοκρατίας και της αλληλεγγύης. Παρόλη όμως αυτή την ραγδαία οπισθοδρόμηση και την πρόσδεσή της στο άρμα των ΗΠΑ, παραμένουν ακόμη στο εσωτερικό της σημαντικές εστίες υπεράσπισης της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των γυναικών.


Τα επιτεύγματα για τις γυναίκες από την εγκαθίδρυσή της ΕΕ είναι αξιοσημείωτα, ωστόσο η δημοκρατία χρειάζεται επαγρύπνηση και συμμετοχή για την διεύρυνσή της και το βάθεμά της, ενώ το ίδιο χρειάζονται και τα δικαιώματα των γυναικών. Οι ευρωεκλογές λοιπόν έχουν ξεχωριστή σημασία για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες.


Ας πάρουμε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα: Στη Συνθήκη της Ρώμης, το 1957, που εγκαθίδρυσε την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, κατοχυρώθηκε «η ισότητα ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες» ως μία από τις θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ. Καθιερώθηκε επίσης «η ίση αμοιβή για ίση εργασία», που έγινε αργότερα «ίση αμοιβή για εργασία ίσης αξίας».


Σήμερα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι γυναίκες κερδίζουν μικρότερη αμοιβή την ώρα από τους άντρες σε ποσοστό 12,7%. Κατά τη συνταξιοδότησή τους, η σύνταξη των γυναικών είναι κατά μέσο όρο 30% μικρότερη από των ανδρών, γεγονός που συντείνει άμεσα στη φτωχοποίησή τους.


Στα 67 αυτά χρόνια, έχει παραχθεί αρκετό έργο για την καταπολέμηση του χάσματος στις αμοιβές. Καμπάνιες, μελέτες, έρευνες, αγώνες του γυναικείου κινήματος που δεν σταμάτησαν ποτέ. Επιτυχίες είχαμε, όμως χρειάζεται πάντα επαγρύπνηση, παρακολούθηση, νέα αιτήματα που να καλύπτουν τις νέες ανάγκες. Ο αγώνας συνεχίζεται γιατί χρειάζονται ριζοσπαστικά μέτρα και παρεμβάσεις για τον συνδυασμό οικογενειακών και επαγγελματικών υποχρεώσεων. Χρειάζεται «επανάσταση» για την κατανόηση και εφαρμογή πολιτικής ώστε να αναδειχθεί η «οικονομία της φροντίδας» που χτύπησε δυνατά την πόρτα μας κατά την πανδημία του COVID-19.


Η ΕΕ πέρασε πρόσφατα οδηγία για την καταπολέμηση και εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών, δίνοντας νέα ώθηση στη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Πενήντα γυναίκες την εβδομάδα, κατά μέσο όρο, δολοφονούνται στην Ευρώπη.


Η εμπορία και διακίνηση ανθρώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση ανθεί και το 87% αυτών που βασανίζονται κατά αυτόν τον φρικτό τρόπο είναι γυναίκες.


Υπάρχουν ζητήματα ζωής και θανάτου που δεν μπορούν να επιλυθούν από τα μεμονωμένα κράτη, αντιθέτως χρειαζόμαστε συμμαχίες δυνατές που σε συνεργασία με το γυναικείο κίνημα θα προωθούν και θα αγωνίζονται για την ευόδωση των αιτημάτων αυτών.


 Οι μάχες μας θα δίνονται σε κάθε επίπεδο, για δικαιοσύνη, ισότητα, ειρήνη. Η Ευρώπη είναι άλλο ένα πεδίο μάχης.


 


Φωτεινή Σιάνου,

ακτιβίστρια για την ειρήνη, τη μη βία και τα δικαιώματα των γυναικών


Apsny News

İlgili Makaleler

Bir yanıt yazın

Başa dön tuşu